Ο πρωθυπουργός της Τουρκίας, Ταγίπ Ερντογάν, το 2004 στην ουσία άνοιξε την «πόρτα» της αναγνώρισης της Κυπριακής Δημοκρατίας, υπογράφοντας το Πρωτόκολλο της Άγκυρας, για να πάρει η χώρα του την περιπόθητη ημερομηνία έναρξης των διαπραγματεύσεων με την Ε.Ε. Φυσικά, ο Ερντογάν και η κυβέρνησή του, ποτέ δεν έφερε το συγκεκριμένο Πρωτόκολλο προς επικύρωση στην Τουρκική Εθνοσυνέλευση, για να επαληθεύσει για άλλη μια φορά ότι η Τουρκία γράφει στα παλιά της τα παπούτσια όλες εκείνες τις συμφωνίες που υπογράφει, όταν δεν εξυπηρετούν τα συμφέροντα και τους σχεδιασμούς της.
Ο Ερντογάν, που σκόρπισε ελπίδες για μια άλλη προσέγγιση στο Κυπριακό και τα ελληνοτουρκικά, χρόνια τώρα δεν κάνει ούτε ένα βήμα στο ζήτημα της επαναλειτουργίας της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, το οποίο, σημειωτέον δεν είναι ελληνοτουρκικό, αλλά αμερικανοτουρκικό θέμα. Να σημειωθεί δε ότι η Χάλκη, που έκλεισε το 1971, ως μέρος του σχεδίου στραγγαλισμού του Οικουμενικού Πατριαρχείου και εθνοκάθαρσης των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης, της Ίμβρου και της Τενέδου, δεν θεωρείται πλέον κάτι σημαντικό για την Τουρκία, αφού οι μηχανισμοί του τουρκικού κράτους φρόντισαν να εξολοθρεύσουν τους Έλληνες της Πόλης, που δεν ξεπερνούν τα δυο χιλιάδες άτομα, κι αυτά υπέργηρα στην πλειοψηφία τους.
Τη στιγμή που βρίσκονται σε πολύ ώριμο σημείο η συνομιλίες Ελλάδος-Τουρκίας για την επίλυση των ελληνοτουρκικών διαφορών, που, σύμφωνα με τη γνωστή δεξαμενή σκέψης «Διεθνής Ομάδα Κρίσεων» (International Crisis Group – ICG), προβλέπεται να παραπεμφθεί στη Χάγη εκτός από την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και οι εντελώς παράλογες αιτιάσεις της Άγκυρας περί «γκρίζων ζωνών», η Τουρκία του Ερντογάν κάνει μεγάλη στροφή στην πολιτική της στο Κυπριακό. Αντί να κινηθεί προς την αναγνώρισή της, όπως αναμένει η δοκιμαζόμενη Ε.Ε., η Κύπρος και η Ελλάδα, ο Ερντογάν, επισκεπτόμενος την Κύπρο, υιοθεί εξ ολοκλήρου τις θέσεις του Ντενκτάς, των στρατηγών και της τρομοκρατικής οργάνωσης Εργενεκόν για το Κυπριακό, που μέχρι χθες απέρριπτε μετά βδελυγμίας, και φαίνεται ότι επιλέγει την πολιτική της κρίσης. Γιατί κανείς δεν μπορεί να διανοηθεί ότι κρύβουν κάτι άλλο δηλώσεις του τύπου: «Το μαχαίρι κοντεύει να φθάσει στο κόκαλο. Να μην περιμένουν από μας καμία κίνηση, όσο δεν γίνεται αποδεκτό ένα πλαίσιο δίκαιης συνολικής λύσης, που θα αποδέχεται την ύπαρξη και των δυο κρατών. Τη στιγμή αυτή για μας δεν υπάρχει κάποιο κράτος που λέγεται Κύπρος. Υπάρχει η Ρωμέικη Διοίκηση της Νότιας Κύπρου και η Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου. Δεν πρόκειται να αναγνωρίσουμε την Κύπρο και το εξάμηνο που προβλέπεται να είναι Προεδρεύουσα χώρα της Ε.Ε., η Τουρκία θα παγώσει τις σχέσεις της με την Ευρωπαϊκή Ένωση».
Ενδιαφέρον έχει να δούμε πού, σε ποιόν και σε τί στηρίζεται ο Ερντογάν και υπαναχωρεί από τις θέσεις που είχε αποδεχτεί για την Αμμόχωστο, το Ριζοκάρπασο, τη Μόρφου και την αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων από την Κύπρο, θέτοντας σε κίνδυνο τις σχέσεις της Τουρκίας με την Ε.Ε. και γιατί όχι και με τις ΗΠΑ;
Το πρώτο που μπορεί να πει κανείς, είναι η εξαιρετικά δύσκολη θέση στην οποία βρίσκεται η Ελλάδα, λόγω της δεινής οικονομικής κατάστασης, που αποδυναμώνει σημαντικά τη διαπραγματευτική της θέση αλλά και την επιρροή της στους κόλπους της επίσης δοκιμαζόμενης Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Το δεύτερο είναι το γεγονός ότι η Κύπρος, που ήταν ήδη αποδυναμωμένη λόγω της αντικειμενικής πολιτικής αδυναμίας της Ελλάδος, αντιμετωπίζει επί πλέον και η ίδια σοβαρά πολιτικά και οικονομικά προβλήματα μετά το έγκλημα της έκρηξης στη ναυτική βάση, προβλήματα που μπορεί να την οδηγήσουν στη Μηχανισμό Στήριξης, με ό,τι σημαίνει αυτό για την πολιτική της θέση και επιρροή στην Ε.Ε.
Το τρίτο είναι η οικονομική ενδυνάμωση της Τουρκίας και η ανάδειξή της σε σοβαρό οικονομικό κέντρο στην ευρύτερη περιοχή, με ό,τι αυτό συνεπάγεται σε πολιτικό επίπεδο και σε επίπεδο ενίσχυσης της θέσης της Τουρκίας στη δοκιμαζόμενη Μέση Ανατολή και στη ΝΑ Μεσόγειο.
Το τέταρτο είναι η ανάδειξη της Τουρκίας σε βασικό παρτενέρ των ΗΠΑ στις προσπάθειες που καταβάλλει η Ουάσιγκτον να εκμεταλλευθεί γεωπολιτικά την «Αραβική Άνοιξη» στη Βόρεια Αφρική και τη Μέση Ανατολή. Η πρόσφατη σύνοδος στην Κωνσταντινούπολη για τη Λιβύη, με την παρουσία της Χίλαρυ Κλίντον, στην οποία σημειωτέον η Ελλάδα είχε ρόλο ασήμαντου κομπάρσου, είναι μάρτυρας του ρόλου που διεκδικεί και κατά τα φαινόμενα κερδίζει η Τουρκία σ’ αυτήν τη νέα τάξη πραγμάτων που διαμορφώνεται στην περιοχή. Και, παρεμπιπτόντως, μόνο τρόμο θα πρέπει να προκαλεί στην Αθήνα το ενδεχόμενο ανατροπής του Καντάφι και επικράτησης της αντιπολίτευσης στη Λιβύη. Κι αυτό γιατί τότε η Τουρκία, που από τώρα έχει φροντίσει να έχει ισχυρό λόγο την «επόμενη μέρα», θα έχει τη δυνατότητα να επηρεάσει τη θέση της Λιβύης στην οριοθέτηση της ΑΟΖ με την Ελλάδα. Και μιλάμε για τρόμο γιατί αν περάσει η θέση ότι η Γαύδος δεν δικαιούται ΑΟΖ, τότε …αντίο Καστελλόριζο.
Το πέμπτο είναι το γεγονός ότι η Τουρκία φαίνεται ότι αποφάσισε να «γαντζωθεί» με όλες τις δυνάμεις της στην Κύπρο, για να έχει τη δυνατότητα να επηρεάζει τα όσα μέλει να συμβούν στη ΝΑ Μεσόγειο. Εκεί, που ενώ οι εξέδρες έχουν ήδη στηθεί και τα γεωτρύπανα είναι έτοιμα να αρχίσουν το έργο τους, ο Λίβανος, έχει προσφύγει στον ΟΗΕ καταγγέλλοντας το Ισραήλ ότι έχει συμπεριλάβει στη δική του ΑΟΖ περιοχή που ανήκει στο κράτος του Λιβάνου, εμπλέκοντας κατά κάποιο τρόπο και την Κύπρο.Το ζήτημα έχει και άλλες πτυχές και διαστάσεις, που σχετίζονται με τις τουρκο-ισραηλινές και τις τουρκο-ιρανικές σχέσεις, καθώς και με τις εξελίξεις στο Κουρδικό, όλα απολύτως συνδεδεμένα με το περίπλοκο και τεράστιο γεωπολιτικό και γεω-ενεργειακό παιχνίδι που παίζεται στην περιοχή, με απουσία ή ισχνή παρουσία της Ελλάδος. Πάντως, για να μην παιχτεί το παιχνίδι αυτό στις «πλάτες» του Ελληνισμού, είναι απόλυτη ανάγκη να δρούμε προληπτικά και να δηλώνουμε πολιτικά παρόντες σε όλες τις διαδικασίες, με στόχο να αναπληρώσουμε το σοβαρό κενό που έχει δημιουργήσει οι κακή οικονομική κατάσταση σε Αθήνα και Λευκωσία με έξυπνες διπλωματικές και πολιτικές κινήσεις. Ελλαδίτες, Κύπριοι και απανταχού Έλληνες, πρέπει να αντιληφθούμε την κρισιμότητα της κατάστασης και να παραμείνουμε όρθιοι. Το επιβάλλουν οι συνθήκες και η Ιστορία μας.
Σάββας Καλεντερίδης
πηγή : http://www.strategyreport.gr
Ο Ερντογάν, που σκόρπισε ελπίδες για μια άλλη προσέγγιση στο Κυπριακό και τα ελληνοτουρκικά, χρόνια τώρα δεν κάνει ούτε ένα βήμα στο ζήτημα της επαναλειτουργίας της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης, το οποίο, σημειωτέον δεν είναι ελληνοτουρκικό, αλλά αμερικανοτουρκικό θέμα. Να σημειωθεί δε ότι η Χάλκη, που έκλεισε το 1971, ως μέρος του σχεδίου στραγγαλισμού του Οικουμενικού Πατριαρχείου και εθνοκάθαρσης των Ελλήνων της Κωνσταντινούπολης, της Ίμβρου και της Τενέδου, δεν θεωρείται πλέον κάτι σημαντικό για την Τουρκία, αφού οι μηχανισμοί του τουρκικού κράτους φρόντισαν να εξολοθρεύσουν τους Έλληνες της Πόλης, που δεν ξεπερνούν τα δυο χιλιάδες άτομα, κι αυτά υπέργηρα στην πλειοψηφία τους.
Τη στιγμή που βρίσκονται σε πολύ ώριμο σημείο η συνομιλίες Ελλάδος-Τουρκίας για την επίλυση των ελληνοτουρκικών διαφορών, που, σύμφωνα με τη γνωστή δεξαμενή σκέψης «Διεθνής Ομάδα Κρίσεων» (International Crisis Group – ICG), προβλέπεται να παραπεμφθεί στη Χάγη εκτός από την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και οι εντελώς παράλογες αιτιάσεις της Άγκυρας περί «γκρίζων ζωνών», η Τουρκία του Ερντογάν κάνει μεγάλη στροφή στην πολιτική της στο Κυπριακό. Αντί να κινηθεί προς την αναγνώρισή της, όπως αναμένει η δοκιμαζόμενη Ε.Ε., η Κύπρος και η Ελλάδα, ο Ερντογάν, επισκεπτόμενος την Κύπρο, υιοθεί εξ ολοκλήρου τις θέσεις του Ντενκτάς, των στρατηγών και της τρομοκρατικής οργάνωσης Εργενεκόν για το Κυπριακό, που μέχρι χθες απέρριπτε μετά βδελυγμίας, και φαίνεται ότι επιλέγει την πολιτική της κρίσης. Γιατί κανείς δεν μπορεί να διανοηθεί ότι κρύβουν κάτι άλλο δηλώσεις του τύπου: «Το μαχαίρι κοντεύει να φθάσει στο κόκαλο. Να μην περιμένουν από μας καμία κίνηση, όσο δεν γίνεται αποδεκτό ένα πλαίσιο δίκαιης συνολικής λύσης, που θα αποδέχεται την ύπαρξη και των δυο κρατών. Τη στιγμή αυτή για μας δεν υπάρχει κάποιο κράτος που λέγεται Κύπρος. Υπάρχει η Ρωμέικη Διοίκηση της Νότιας Κύπρου και η Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου. Δεν πρόκειται να αναγνωρίσουμε την Κύπρο και το εξάμηνο που προβλέπεται να είναι Προεδρεύουσα χώρα της Ε.Ε., η Τουρκία θα παγώσει τις σχέσεις της με την Ευρωπαϊκή Ένωση».
Ενδιαφέρον έχει να δούμε πού, σε ποιόν και σε τί στηρίζεται ο Ερντογάν και υπαναχωρεί από τις θέσεις που είχε αποδεχτεί για την Αμμόχωστο, το Ριζοκάρπασο, τη Μόρφου και την αποχώρηση των τουρκικών στρατευμάτων από την Κύπρο, θέτοντας σε κίνδυνο τις σχέσεις της Τουρκίας με την Ε.Ε. και γιατί όχι και με τις ΗΠΑ;
Το πρώτο που μπορεί να πει κανείς, είναι η εξαιρετικά δύσκολη θέση στην οποία βρίσκεται η Ελλάδα, λόγω της δεινής οικονομικής κατάστασης, που αποδυναμώνει σημαντικά τη διαπραγματευτική της θέση αλλά και την επιρροή της στους κόλπους της επίσης δοκιμαζόμενης Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Το δεύτερο είναι το γεγονός ότι η Κύπρος, που ήταν ήδη αποδυναμωμένη λόγω της αντικειμενικής πολιτικής αδυναμίας της Ελλάδος, αντιμετωπίζει επί πλέον και η ίδια σοβαρά πολιτικά και οικονομικά προβλήματα μετά το έγκλημα της έκρηξης στη ναυτική βάση, προβλήματα που μπορεί να την οδηγήσουν στη Μηχανισμό Στήριξης, με ό,τι σημαίνει αυτό για την πολιτική της θέση και επιρροή στην Ε.Ε.
Το τρίτο είναι η οικονομική ενδυνάμωση της Τουρκίας και η ανάδειξή της σε σοβαρό οικονομικό κέντρο στην ευρύτερη περιοχή, με ό,τι αυτό συνεπάγεται σε πολιτικό επίπεδο και σε επίπεδο ενίσχυσης της θέσης της Τουρκίας στη δοκιμαζόμενη Μέση Ανατολή και στη ΝΑ Μεσόγειο.
Το τέταρτο είναι η ανάδειξη της Τουρκίας σε βασικό παρτενέρ των ΗΠΑ στις προσπάθειες που καταβάλλει η Ουάσιγκτον να εκμεταλλευθεί γεωπολιτικά την «Αραβική Άνοιξη» στη Βόρεια Αφρική και τη Μέση Ανατολή. Η πρόσφατη σύνοδος στην Κωνσταντινούπολη για τη Λιβύη, με την παρουσία της Χίλαρυ Κλίντον, στην οποία σημειωτέον η Ελλάδα είχε ρόλο ασήμαντου κομπάρσου, είναι μάρτυρας του ρόλου που διεκδικεί και κατά τα φαινόμενα κερδίζει η Τουρκία σ’ αυτήν τη νέα τάξη πραγμάτων που διαμορφώνεται στην περιοχή. Και, παρεμπιπτόντως, μόνο τρόμο θα πρέπει να προκαλεί στην Αθήνα το ενδεχόμενο ανατροπής του Καντάφι και επικράτησης της αντιπολίτευσης στη Λιβύη. Κι αυτό γιατί τότε η Τουρκία, που από τώρα έχει φροντίσει να έχει ισχυρό λόγο την «επόμενη μέρα», θα έχει τη δυνατότητα να επηρεάσει τη θέση της Λιβύης στην οριοθέτηση της ΑΟΖ με την Ελλάδα. Και μιλάμε για τρόμο γιατί αν περάσει η θέση ότι η Γαύδος δεν δικαιούται ΑΟΖ, τότε …αντίο Καστελλόριζο.
Το πέμπτο είναι το γεγονός ότι η Τουρκία φαίνεται ότι αποφάσισε να «γαντζωθεί» με όλες τις δυνάμεις της στην Κύπρο, για να έχει τη δυνατότητα να επηρεάζει τα όσα μέλει να συμβούν στη ΝΑ Μεσόγειο. Εκεί, που ενώ οι εξέδρες έχουν ήδη στηθεί και τα γεωτρύπανα είναι έτοιμα να αρχίσουν το έργο τους, ο Λίβανος, έχει προσφύγει στον ΟΗΕ καταγγέλλοντας το Ισραήλ ότι έχει συμπεριλάβει στη δική του ΑΟΖ περιοχή που ανήκει στο κράτος του Λιβάνου, εμπλέκοντας κατά κάποιο τρόπο και την Κύπρο.Το ζήτημα έχει και άλλες πτυχές και διαστάσεις, που σχετίζονται με τις τουρκο-ισραηλινές και τις τουρκο-ιρανικές σχέσεις, καθώς και με τις εξελίξεις στο Κουρδικό, όλα απολύτως συνδεδεμένα με το περίπλοκο και τεράστιο γεωπολιτικό και γεω-ενεργειακό παιχνίδι που παίζεται στην περιοχή, με απουσία ή ισχνή παρουσία της Ελλάδος. Πάντως, για να μην παιχτεί το παιχνίδι αυτό στις «πλάτες» του Ελληνισμού, είναι απόλυτη ανάγκη να δρούμε προληπτικά και να δηλώνουμε πολιτικά παρόντες σε όλες τις διαδικασίες, με στόχο να αναπληρώσουμε το σοβαρό κενό που έχει δημιουργήσει οι κακή οικονομική κατάσταση σε Αθήνα και Λευκωσία με έξυπνες διπλωματικές και πολιτικές κινήσεις. Ελλαδίτες, Κύπριοι και απανταχού Έλληνες, πρέπει να αντιληφθούμε την κρισιμότητα της κατάστασης και να παραμείνουμε όρθιοι. Το επιβάλλουν οι συνθήκες και η Ιστορία μας.
Σάββας Καλεντερίδης
πηγή : http://www.strategyreport.gr
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Όλα τα νέα και οι ειδήσεις από τα Stournaria